Καρκίνος Προστάτη

Share it:

Καρκίνος προστάτη: Επιδημιολογία

Ο καρκίνος προστάτη είναι ο συχνότερος συμπαγής όγκος και το δεύτερο αίτιο θανάτου από καρκίνο στους άντρες.

Η μέση ηλικία της διάγνωσης για καρκίνους που εμφανίζονται κλινικά είναι τα 72 έτη. Είναι σπάνια για άντρες κάτω των 50 ετών. Μόλις 5-10% των περιπτώσεων του καρκίνου του προστάτη έχουν γενετική επιρροή, αν και ο κίνδυνος καρκίνου του προστάτη αυξάνει ανάλογα με το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη.

Ο κίνδυνος είναι 7 φορές μεγαλύτερος σε ασθενείς με τρεις πρώτου βαθμού συγγενείς επηρεασμένους, ειδικά αν ο καρκίνος έχει διαγνωσθεί σε μικρή ηλικία.

Ο δια βίου κίνδυνος για καρκίνο του προστάτη για ένα άντρα στα πενήντα του είναι 40%, αλλά ο κίνδυνος να πεθάνει από καρκίνο του προστάτη είναι μόνο 3%.

Ποια είναι τα συμπτώματα του καρκίνου του προστάτη; 

Δεν υπάρχουν συμπτώματα από τον πρωτοπαθή όγκο σε ασθενείς με τοπική νόσο. Τοπικά προχωρημένοι καρκίνοι προκαλούν συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό (LUTS), αλλά αυτά είναι πολύ κοινά σε άντρες στα 60 έτη τους και πιο συχνά οφείλεται η καλοήθης υπερτροφία(BPH).

Η πιο κοινή εστία μεταστάσεων που δίνει ο καρκίνος προστάτη είναι τα οστά και ο πόνος στα οστά, τα παθολογικά κατάγματα ή η αναιμία μπορεί να αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία. Οι γενικές επιδράσεις της κακοήθειας (καχεξία, γενική κακουχία και απώλεια βάρους) βρίσκονται μόνο σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο.

Καρκίνος Προστάτη και κλινική εξέταση

Η δακτυλική εξέταση από το ορθό είναι σημαντική για τον καθορισμό του κλινικού σταδίου του όγκου. Λόγω του ελέγχου με PSA, οι περισσότεροι καρκίνοι του προστάτη στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη είναι κλινικά περιορισμένοι στον προστάτη κατά την διάγνωση.

Εξετάσεις

Το ειδικό προστατικό αντιγόνο (PSA-Προφέρεται Πι Ες Εϊ) είναι μια σερινοπρωτεάση, της οποίας η λειτουργία είναι να ρευστοποιεί το σπέρμα. Παράγεται από τα λοβία εντός του προστάτη. Η συγκέντρωση του εξαρτάται από την ηλικία, τον όγκο του προστάτη και την παρουσία καρκίνου του προστάτη.

Το PSA δεν είναι διαγνωστικό του καρκίνου του προστάτη. Αλλά αν τα επίπεδα του είναι ανεβασμένα ή σχετίζεται με μη φυσιολογική δακτυλική εξέταση, απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση με διορθικό υπέρηχο και κατευθυνόμενη βιοψία.

Ο διορθικός υπέρηχος μπορεί να παρέχει πληροφορίες για την σταδιοποίηση. Πιο αξιόπιστες πληροφορίες για την σταδιοποίηση αποκτώνται με την πολυπαραμετρική μαγνητική τομογραφία (mpMRI) ή την αξονική τομογραφία μαζί με σπινθηρογράφημα οστών. Τελευταία, μια πιο ειδική εξέταση που ονομάζεται PSMA-PET scan, έχει ξεπεράσει σε ακρίβεια διάγνωσης μεταστατικών εστιών την συμβατική αξονική και το σπινθηρογράφημα οστών. 

10% των ανδρών που βρίσκονται στα εξήντα τους, έχουν PSA περισσότερο από 3-4 ng/ml. Από αυτούς 25% έχουν καρκίνο του προστάτη. Αλλά 15% των αντρών με PSA μεταξύ 2 και 3 (που συνήθως δηλώνεται ως φυσιολογικό) έχουν καρκίνο του προστάτη.

Το PSA δεν είναι ούτε ευαίσθητο ούτε ειδικό στην διάγνωση του καρκίνου του προστάτη.

Καρκίνος προστάτη και ρομποτική ριζική προστατεκτομή

Εάν ο καρκίνος του προστάτη είναι εντοπισμένος στον αδένα, η ίαση μπορεί να επιτευχθεί με ριζική προστατεκτομή, όπου ολόκληρος ο προστάτης και οι δυο σπερματοδόχες κύστεις αφαιρούνται. Ενώ ανάλογα με την επιθετικότητα του καρκίνου, μπορεί να γίνει και πυελική λεμφαδενεκτομή.

Ένα βασικό πλεονέκτημα αυτής της τεχνικής είναι πως υπάρχει ξεκάθαρη πρόγνωση, γιατί είναι διαθέσιμη η σταδιοποίηση και η βαθμολόγηση από την βιοψία ολόκληρου του οργάνου. Κάτι που δεν γίνεται με τις άλλες μεθόδους.

Οι χειρουργικές τεχνικές έχουν βελτιωθεί σημαντικά μέσα στα τελευταία 15 χρόνια με τάση προς την ελάχιστη επεμβατική χειρουργική, με την χρήση λαπαροσκοπίας και πιο πρόσφατα, την ρομποτική χειρουργική. Η τελευταία τεχνική επιτρέπει μεγαλύτερο έλεγχο των λαπαροσκοπικών εργαλείων με τον χειρούργο να εργάζεται μακριά από τον ασθενή σε μια κονσόλα ελέγχου.

Παγκοσμίως, η ρομποτική ριζική προστατεκτομή είναι πλέον η συχνότερα χρησιμοποιούμενη μέθοδος και ουσιαστικά θεωρείται το gold standard.

Η κύρια παρενέργεια της ριζικής προστατεκτομής είναι η στυτική δυσλειτουργία (10-90%). Υψηλότερα ποσοστά εμφανίζονται όταν υπάρχει προεγχειρητικά ανικανότητα και όταν τα αγγειονευρώδη δεμάτια δεν μπορεί να διατηρηθούν κατά το χειρουργείο. Με τις ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να επιτευχθεί διατήρηση των αγγειονευρωδών δεματίων.

Η άλλη κύρια παρενέργεια είναι η ακράτεια ούρων που επηρεάζει το 2-30% των ασθενών. Κατά το χειρουργείο πρέπει με προσοχή να διατηρείται ο έξω σφιγκτήρας. Ενώ σημαντικό είναι να προετοιμάζονται οι ασθενείς προεγχειρητικά με ασκήσεις του πυελικού εδάφους. Μακροπρόθεσμη ακράτεια, που απαιτεί πάνες και άλλες εφαρμογές προκύπτει στο 2-5% των περιπτώσεων. Στένωση της κυστεοουρηθρικής αναστόμωσης αναπτύσσεται στο 5-10%.

Ριζική ακτινοθεραπεία

Η ακτινοθεραπεία μπορεί να αποδοθεί στον προστάτη εξωτερικά του σώματος (εξωτερική ακτινοθεραπεία) ή με την εισαγωγή κοκκίων άμεσα στον προστάτη. Η εξωτερική ακτινοθεραπεία γενικά συνοδεύεται και από ορμονικό αποκλεισμό με ενδομυϊκές ενέσεις.

Προσαρμοσμένη ακτινοθεραπεία, όπου η θεραπεία περιορίζεται στον προστάτη και τις σπερματοδόχους κύστεις και που φείδεται των γειτονικών δομών (κύστη και ορθό), δίνει την δυνατότητα μεγαλύτερες δόσεις ακτινοβολίας να αποδοθούν. Η αυξημένη ακρίβεια έχει ως αποτέλεσμα λιγότερες τοπικές παρενέργειες (κυστίτιδα και ακτινική πρωκτίτιδα).

Η ακράτεια είναι σπάνια, αν και ένα μικρό ποσοστό μπορεί να αναπτύξει ουρηθρικά στενώματα. Στυτική δυσλειτουργία (ανικανότητα) εμφανίζεται στο 40-50% των ασθενών λόγω τραυματισμού από την ακτινοβολία των αγγειονευρωδών δεματίων.

5% των ασθενών εμφανίζουν ακτινική πρωκτίτιδα ένα χρόνο μετά από την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας. Έλλειψη ακριβούς σταδιοποίησης παρόλο την εγκάρσια απεικόνιση και την αδυναμία να αποδοθεί θανατηφόρα δόση στον όγκο μπορεί να οδηγήσει σε αποτυχία της ακτινοβολίας. Όμως οι ασθενείς με συννοσηρότητα μπορεί να επιλέγουν αυτή τη θεραπεία με την προϋπόθεση ότι έχουν προσδόκιμο επιβίωσης 10 ετών ή περισσότερο.

Η βραχυθεραπεία περιλαμβάνει την τοποθέτηση ραδιενεργών κοκκίων εντός του προστάτη με υπερηχογραφικό έλεγχο. Οι ασθενείς με μεγάλους προστάτες (>50ml), με μη εντοπισμένη νόσο μέτριας ή κακής διαφοροποίησης γενικά δεν θεωρούνται κατάλληλοι για αυτή την τεχνική. Και αυτό λόγω τις αδυναμίας να τοποθετηθούν τα κοκκία ώστε να ακτινοβολήσουν όλο τον αδένα.

Επιπροσθέτως, οι παρενέργειες των συμπτωμάτων αποθήκευσης της κύστης και η επίσχεση των ούρων είναι πιο πιθανές σε ασθενείς με μεγαλύτερους προστάτες.

Θεραπεία της τοπικής νόσου

Ο καρκίνος προστάτη έχει σαν κύριες διαθέσιμες επιλογές για την εντοπισμένη νόσο, την ενεργό παρακολούθηση, την ακτινοθεραπεία και τη ριζική προστατεκτομή.

Ενεργός παρακολούθηση (Active surveillance)

Αυτή περιλαμβάνει όχι ενεργό θεραπεία, αλλά επαναλαμβανόμενη μέτρηση του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) και διορθική βιοψία προστάτη σε τακτά χρονικά διαστήματα. Με παρέμβαση μόνο αν το PSA αυξηθεί σημαντικά.

Η φυσική ιστορία του καρκίνου του προστάτη είναι μακρά, και πολλοί ασθενείς που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του προστάτη θα πεθάνουν με τον καρκίνο και όχι από αυτόν. Ειδικά εάν είναι μεγαλύτεροι και έχουν συνυπάρχουσες παθήσεις όπως ισχαιμική καρδιακή νόσος, υπέρταση, ή διαβήτη.

Σε νεώτερους ασθενείς με υψηλού βαθμού νόσο, η ενεργή παρακολούθηση δεν είναι κατάλληλη γιατί η πιθανότητα προόδου είναι υψηλή. Και από την στιγμή που ο καρκίνος του προστάτη δίνει μεταστάσεις η ίαση δεν είναι πλέον εφικτή.

Καρκίνος προστάτη και πειραματικές θεραπείες

Υπάρχουν ορισμένες εστιασμένες θεραπείες που χρησιμοποιούνται για την πρωτοπαθή νόσο ή μετά από αποτυχία της πρώτης γραμμής θεραπείας. Να τονίσουμε ότι αυτές οι θεραπείες είναι πειραματικές και εφαρμόζονται στα πλαίσια ερευνητικών πρωτοκόλλων. Αυτό γιατί δεν υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία της αποτελεσματικότητας τους από τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες. Υψηλής έντασης εντοπισμένοι υπέρηχοι (ΗIFU) εφαρμόζονται διαμέσου του ορθού και έχουν το δυναμικό να προκαλέσουν συρίγγιο στο ορθό. Η κρυοθεραπεία εφαρμόζεται διαπερινεϊκά με τρόπο ανάλογο με την βραχυθεραπεία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί επί αποτυχίας της ακτινοβολίας. Ανικανότητα προκύπτει στο 100% και ο κίνδυνος σχηματισμού συριγγίου είναι επίσης υψηλός.

Τοπικά προχωρημένος ή μεταστατική νόσος

Το 90% των όγκων είναι ορμονοεξαρτώμενοι ή ευαίσθητοι τουλάχιστον αρχικά. Η ορμονοθεραπεία παραμένει η κυρίαρχη θεραπεία για την προχωρημένη νόσο αλλά σε ηλικιωμένους ασθενείς με τοπική νόσο, μπορεί επίσης να αποτελεί λογική εναλλακτική. Ενώ η ορμονοθεραπεία μπορεί να μην προσφέρει βελτίωση του προσδόκιμου επιβίωσης, μπορεί να μειώνει τις επιπλοκές από την πρόοδο της νόσου.

Σε τοπικά προχωρημένη νόσο, όπου ο όγκος επεκτείνεται πέραν της προστατικής κάψας ή εντός των σπερματοδόχων κύστεων αλλά δεν έχει δώσει μεταστάσεις, η ριζική προστατεκτομή, μαζί με συνδυασμό ορμονοθεραπείας και ακτινοθεραπείας αποτελούν τις βασικές θεραπευτικές επιλογές (trimodality treatment).

Οι ασθενείς με μεταστατική νόσο, η κυρίαρχη θεραπεία είναι η ορμονοθεραπεία με ανδρογονικό αποκλεισμό. Υπάρχουν όμως και νεότερες θεραπείες, οι οποίες παρέχουν σημαντικό όφελος επιβίωσης (αμπιρατερόνη, ενζαλουταμίδη, απαλουταμίδη). Σε ασθενείς με ολιγομεταστατική νόσο, δηλαδή με μικρό αριθμό μεταστάσεων έως 3, πλέον επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι έχει σημαντική θέση και η ριζική προστατεκτομή. Με την χρήση είτε ενέσιμων LHRH αγωνιστών, ταμπλέτων αντιανδρογόνων ή αμφοτερόπλευρη ορχεκτομή. Οι κύριες παρενέργειες είναι εξάψεις, απώλεια της σεξουαλικής διάθεσης, ανικανότητα, προσθήκη βάρους, γυναικομαστία και οστεοπόρωση. Τελευταία, με τη διακοπτόμενη χορήγηση των LHRH αγωνιστών ή τη χορήγηση LHRH ανταγωνιστών, οι παρενέργειες είναι ελαφρώς λιγότερες και η θεραπεία καλύτερα ανεκτή από τον ασθενή.

Η απάντηση στην θεραπεία παρακολουθείται με την μέτρηση του PSA. Παρά τους διαγνωστικούς περιορισμούς, το PSA είναι ένας ευαίσθητος δείκτης της προόδου του όγκου ή της υποτροπής κατά την παρακολούθηση. Η αποτελεσματικότητα κάθε θεραπείας εύκολα μετράται με την επίτευξη του ελάχιστου επιπέδου του PSΑ και η αποτυχία με τον ρυθμό αύξησης του PSA.

Scroll to Top