Καρκίνος Αποχετευτικής Μοίρας

Share it:

Καρκίνος Αποχετευτικής Μοίρας

ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΔΙΟΠΟΙΗΣΗ

Σε ασθενείς που βρίσκονται ήδη υπό παρακολούθηση για καρκίνωμα της κύστης, οι ανώτερες οδοί πρέπει να ελέγχονται απεικονιστικά σε τακτική βάση για τον αποκλεισμό TCCs, ακόμα και αν η κύστη είναι καθαρή. Ορισμένοι ασθενείς με γνωστούς όγκους στην κύστη και TCCs στην ανωτέρα οδό ανιχνεύονται, όταν κατά τον έλεγχο με κυστεοσκόπηση εμφανίζουν φυσιολογική κύστη αλλά η κυτταρολογική των ούρων αποκαλύπτει κακοήθη κύτταρα.

Οι ασθενείς συνήθως εμφανίζονται με αιματουρία, οσφυϊκό πόνο ή ψηλαφητή μάζα ή με τυχαίως ανιχνευθείσα υδρονέφρωση ή νεφρική μάζα που βρίσκεται κατά την απεικόνιση για άλλα συμπτώματα. Οι ασθενείς με αιματουρία πρέπει να εκτιμώνται με την χρήση μεθόδων που περιγράφηκαν προηγουμένως. Η διάγνωση των TCC της ανωτέρας οδού γίνεται συνήθως με την χρήση της ενδοφλέβιας, αξονικής ή μαγνητικής ουρογραφίας, όπου υπάρχει η δυνατότητα της τρισδιάστατατης ανασύστασης της εικόνας.

Είναι σημαντικό η κύστη να εκτιμηθεί με κυστεοσκόπιο πριν προγραμματιστεί η θεραπεία, κυρίως για τον αποκλεισμό των υψηλού κινδύνου ή διηθητικών όγκων στην κύστη που μπορεί να συνυπάρχουν με TCCs της ανωτέρας οδού.

Μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις όπου η διάγνωση είναι δύσκολο να γίνει, ειδικά αν η αρχική διερεύνηση της αιματουρίας είναι αρνητική ή όταν μόνο η κυτταρολογική των ούρων είναι θετική χωρίς πηγή των κακοηθών κυττάρων. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να είναι απαραίτητη η χρήση ανιούσας ουρητηροπυελογραφίας ή εύκαμπτου ουρητηροσκοπίου για να γίνει η διάγνωση.

Το τελευταίο χρησιμοποιείται συχνά πλέον για την επιτέλεση βιοψίας και την λήψη ιστού για να γίνει η διάγνωση πριν προγραμματιστεί η τελική θεραπεία.

Εκτίμηση της ολικής και ειδικής νεφρικής λειτουργίας με την εκτίμηση του σπειραματικού ρυθμού διήθησης (GFR) μέσω ισοτόπου είναι επιθυμητή.

Η τμηματική ουρητηρεκτομή μπορεί να αποτελεί επιλογή, ειδικά για καλά διαφοροποιημένους, μισχωτούς ουρητηρικούς όγκους. Απλή εκτομή τμήματος του ουρητήρα πραγματοποιείται με επανεμφύτευση του ουρητήρα στην κύστη ή με άμεση αναστόμωση του ουρητήρα. Τοπική εκτομή των όγκων στην νεφρική πύελο ή ακόμα και μερική νεφρεκτομή μπορεί να χρειασθεί σε ορισμένες περιπτώσεις. Έγχυση παραγόντων όπως ο βάκιλλος Calmette-Guerin(BCG) στις ανώτερες οδούς έχει εφαρμοσθεί με επιτυχία σε επιλεγμένες περιπτώσεις, με την χρήση ανιούσας ή κατιούσας προσέγγισης.

ΡΙΖΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Σε ασθενείς με προφανή εντοπισμένο όγκο της νεφρικής πυέλου και αποδεκτή λειτουργία στον ετερόπλευρο νεφρό, η συνήθης θεραπεία είναι η ριζική νεφροουρητηρεκτομή, με en block εκτομή του νεφρού και ολόκληρου του ουρητήρα συμπεριλαμβανομένου και του ουρητηρικού στομίου.

Η αφαίρεση του ουρητηρικού στομίου είναι σημαντική για την διασφάλιση ότι ολόκληρος ο ουρητήρας έχει αφαιρεθεί. Αν τμήμα του σύστοιχου ουρητήρα έχει παραμείνει (ακούσια ή για χειρουργική διευκόλυνση), είναι πολύ δύσκολο μεταγενέστερα να απεικονισθεί και να αποκλεισθεί ανάπτυξη άλλου TCC στο ουρητηρικό κολόβωμα σε μεταγενέστερο στάδιο. Υποτροπιάζοντα TCCs σε ΄τυφλό΄ ουρητηρικό κολόβωμα εμφανίζονται συχνά αργά και έχουν διεισδύσει τοπικά πριν τα συμπτώματα γίνουν προφανή.

Η νεφροουρητηρεκτομή μπορεί να εκτελεστεί με διάφορους τρόπους. Στην σημερινή εποχή, υπάρχει μια αυξανόμενη τάση προς την ρομποτική νεφροουρητηρεκτομή λόγω της μικρότερης παραμονής στο νοσοκομείο και την μικρότερη νοσηρότητα.

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΡΙΖΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Σε απόλυτα ειδικές περιπτώσεις, αντί της ριζικής θεραπείας μπορεί να επιλεγεί μαι πιο συντηρητική αντιμετώπιση.

Η ενδοσκοπική θεραπεία μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε με ανιούσα προσέγγιση δια του ουρητήρα ή με κατιούσα προσέγγιση, δια του νεφρού, με την χρήση διαδερμικής πρόσβασης.

Ο όγκος μπορεί να θεραπευθεί με ενδοσκοπική laser εξάχνωση, σε ειδικές περιπτώσεις και απαιτεί στη συνέχεια εξαιρετικά συχνή και επιθετική παρακολούθηση.

Η πλειοψηφία των όγκων που προέρχονται από την νεφρική πύελο και τον ουρητήρα είναι καρκινώματα μεταβατικού επιθηλίου (ΤCC), δηλαδή έχουν την ίδια ιστολογία με τους καρκίνους της ουροδόχου κύστεως.
Scroll to Top